word form of the token as many l1 elements as the lemmas found in PerseusUnderPhilologic for the relevant word form AND morphological analysis as many l2 elements as the lemmas found in Morpheus for the relevant word form AND morphological analysis XXIX . . Παράσιτος τοῦ τρέφοντος τρέφω αὐτὸν αὐτός φιλοσοφήσαν - - τος ἑαυτὸν ἑαυτοῦ προσαγγέλλει . . ἐὰν ἐάν μὴ μή προλαβόντες προλαμβάνω ἐπινεύσητέ μοι πρὸς πρός RIV 216 τὴν αἴτησιν αἴτησις , , βουλή βουλή , , καὶ καί συνδράμητε τῷ τῷ κηρύγματι κήρυγμα , , δώσει δίδωμι τὴν χάριν χάρις λιμός λιμός . . κἀκεῖνος ἐκεῖνος πληρώσει πληρόω τῆς προσ - - 5 ἀγγελίας ἀγγελία τὴν αἴτησιν αἴτησις . . καὶ καί γὰρ γάρ ἀπόλωλα τῷ τῷ πλείστῳ πλεῖστος μέρει μέρος καὶ καί τοσοῦτόν τοσοῦτος μοι καταλέλειπται καταλείπω καταλιμπάνω ἐμπνεῖν ἐμπνέω ὅσον ὅσος δηλῶσαι δηλόω τὴν συμφορὰν συμφορά καὶ καί τὸν εὐπρεπῆ εὐπρεπής δέξασθαι δέχομαι δείκνυμι θάνατον θάνατος . . μὲν μέν οὖν οὖν τρόφιμος τρόφιμος ἡμῖν ἐγώ καινόν καινός τινα τρόπον τρόπος τροπός καὶ καί αὐτὸς αὐτός ἀπόλωλε ἀπόλλυμι λιμὸν μελετῶν μελετάω καὶ καί σχολῇ σχολή 10 μετιὼν μέτειμι2 τὸν θάνατον θάνατος . . ἐμοὶ μὲν μέν οὖν οὖν καιρὸς καιρός κατατή - - κεσθαι , , ἀλλ’ ἀλλά ἐπειδή ἐπεί τις τις δαίμων δαίμων που που πού προσεβάσκηνέ μοι τῆς τροφῆς τροφή καὶ καί παρείλετό μου τὴν ἀφορμὴν ἀφορμή τοῦ βίου βίος βιός Η Η = = Codex Hierosolymitanus S S . . Sepulcri 107 V V = Vaticanus gr . . 940 C C = = Chisianus R R VI VI 43 La = = Laurentianus LVII 44 Ma Ma = = Matritensis 4679 ( ( N N - - 49 ) ) τὴν καθ’ κατά ἡδονήν ἡδονή , , ἐπὶ ἐπί τὸ κώνειόν μοι ἐγώ βαδιστέον βαδίζω βαδιστέος , , διότι διότι τῶν περὶ περί δεῖπνον δεῖπνον οὐδεὶς ἡγεῖται . . εἰ εἰ μὲν μέν οὖν οὖν οἷόν τε τε ἦν εἰμί τὸν τρόφιμον τρόφιμος ἐπανελθεῖν ἐπανέρχομαι ἐκ ἐκ τῆς ἄγαν ἄγαν ταύτης οὗτος μανίας μανία ἐπὶ ἐπί τὸν πρότερον πρότερος καὶ καί συνήθη συνήθης βίον βίος βιός , , ἔδει δέω δέω2 δεῖ καρ - - τερεῖν καὶ καί τὴν μεταβολὴν μεταβολή ἐλπίζειν ἐλπίζω · · ἐπειδὴ ἐπεί δ’ ἀνιάτως ἀνίατος ἔχει ἔχω καὶ καί οὐδεὶς ἡμῖν ἀντ’ ἐκείνου ἐκεῖνος φαίνεται φαίνω ἐπιτήδειος ἐπιτήδειος , , | | πῶς πῶς πως ἐστι εἰμί βιωτὸν βιωτός ἐμοί ; ; ἀλλ’ ἀλλά ἀφέντες ἀφίημι , , πρὸς πρός θεῶν θεός , , τὸν ἐπ’ ἐπί ἐμοὶ γέλωτα γέλως νῦν νῦν καὶ καί συνιδόντες συνοράω τὴν κατ’ κατά ἐμὲ τύχην τύχη περιπέπτωκα περιπίπτω δότε μοι τῶν λυπούντων λυπέω τὴν ἀπαλλαγὴν ἀπαλλαγή τῷ τῷ θανάτῳ θάνατος λαβεῖν λαμβάνω . . πάλαι πάλαι μὲν μέν οὖν οὖν ἐγέ - - λων ἀκούων ἀκούω ὅτι ὅτι2 ὅτι βούλεταί τις τις ἀποθανεῖν ἀποθνῄσκω ἀποθνήσκω καὶ καί σπεύδει σπεύδω προλαβεῖν προλαμβάνω τὸ πάντως πᾶς πάντως ἀποκείμενον καὶ καί περὶ περί τούτου οὗτος πρόσεισι πρόσειμι2 πρόσειμι τῇ ὅς τῇ βουλῇ βουλή καὶ καί χάριν χάρις αἰτεῖ αἰτέω κατὰ κατά τοὺς νόμους νόμος νομός τοιαῦτα τοιοῦτος γίγνεσθαι γίγνομαι , , καὶ καί μανίαν μανία τὸ πρᾶγμα πρᾶγμα ἡγούμην , , εἰ εἰ ζῆν ζήω ζάω ζέω ἐξὸν ἔξεστι αἱρεῖταί τις τις ἀποθανεῖν ἀποθνῄσκω ἀποθνήσκω καὶ καί ὅς τοῖς κακούργοις εἰς εἰς τιμωρίαν τιμωρία ὥρισται ὁρίζω , , τοῦτο οὗτος κέρδος κέρδος τις τις ἡγεῖται λαβεῖν λαμβάνω . . πάλαι πάλαι μὲν μέν οὖν οὖν οὕτως οὕτως ταῦτα οὗτος ἐδόξαζον δοξάζω , , νυνὶ νυνί δὲ δέ ἔγνων γιγνώσκω , , ὡς ὡς μήποτε μήποτε ὤφελον ὀφείλω , , ὅτι ὅτι2 ὅτι τοῦτο οὗτος τὸ τοῦ θανάτου θάνατος περι - - σπουδαστὸν καὶ καί ἀναγκαῖον ἀναγκαῖον αἰτῆσαι αἰτέω καὶ καί λαβεῖν λαμβάνω εὐτυχές εὐτυχής , , καὶ καί τὴν κατ’ κατά ἐμαυτὸν ἐμαυτοῦ τύχην τύχη οὐ οὐ φέρω φέρω . . εἰ γὰρ γάρ καὶ καί μὴ μή ζῆν ζήω ζάω ζέω ἔξεστιν ἔξεστι ὁπωσοῦν , , τὸ τοῦ θανάτου θάνατος καταλείπεταί μοι μόνον μόνος . . μυρίαι μυρίος δ’ ἀτυχημάτων ἀτύχημα ὁδοὶ ὁσοὶ <δι᾿> ὧν ἕλοιτο αἱρέω ἀποθανεῖν ἀποθνῄσκω ἀποθνήσκω , , ἐγὼ δὲ δέ καινήν καινός τινα ἦλθον ἔρχομαι τοῦ θα - - νάτου τὴν ὁδόν ὁδός , , καί καί , , πρὸς πρός θεῶν θεός , , ἀφέντες ἀφίημι τὸν γέλωτα γέλως τὸ καθ’ κατά ἡμᾶς ἐγώ ἀνθρωπίνως ἀνθρώπινος ἐπακούσατε . . 5 . . Νέμουσιν οἶ οἴ θεοὶ τὰ ἀγαθὰ ἀγαθός τοῖς ἀνθρώποις ἄνθρωπος ἄλλοις ἄλλος ἄλλα ἄλλος διδόντες δίδωμι , , ὅς ὅς2 τέως τέως τεός μὲν μέν ἂν ἄν ἔχῃ ἔχω τις τις , , κέρδος κέρδος τὸ ζῆν ζήω ζάω ζέω , , εἰ εἰ δ’ δ’ ἐκπέσοι ἐκπίπτω , , βέλτιον βελτίων ἀποθανεῖν ἀποθνῄσκω ἀποθνήσκω · · εἰ εἰ γὰρ γάρ δεῖ δέω δέω2 δεῖ ζῆν ζήω ζάω ζέω τῆς ἡδονῆς ἡδονή χάριν χάρις , , ταύτην οὗτος δ’ οὐκ οὐ ἔστι εἰμί δίχα δίχα ἀγαθῶν ἀγαθός ἔχειν ἔχω , , πῶς πῶς πως οὐκ οὐ , , εἴ εἰ τις τις ἐκπέσοι ἐκπίπτω τῶν ὑπαρχόντων ὑπάρχω , , καὶ καί τὸ ζῆν ζήω ζάω ζέω προσαπολώλεκε ; ; πλούσιός πλούσιος τίς τις ἐστιν εἰμί ἐκ ἐκ προ - - γόνων γόνος πολὺν πολύς κλῆρον κλῆρος παρειληφώς παραλαμβάνω . . εὐδαίμων εὐδαίμων οὗτος οὗτος ἀκονιτὶ ἀκονιτί τρυφῶν τρυφάω . . ἕτερος ἕτερος γυναῖκα γυνή ἠγάγετο ἄγω πλουσίαν . . δεύτερον δεύτερος εἰς εἰς εὐδαιμονίαν εὐδαιμονία τοῦτο οὗτος . . οἴκοθεν οἶκος οἴκοθεν οὐκ οὐ ἒχων [ [ πατέρων πατήρ οὐκ οὐ ἔχων ἔχω ] ] θησαυρῷ θησαυρός τις τις περιπέπτωκε περιπίπτω . . θεοῦ θεός τὸ δῶρον δῶρον ἄντικρυς ἄντικρυς καὶ καί φθόνος φθόνος οὐδεὶς οὐδείς ἀπολαύειν ἀπολαύω τῶν παρὰ παρά τῆς Τύχης τύχη . . φίλον φίλος τις τις ἐκληρονόμησεν κληρονομέω | | συγγενῆ συγγενής . . τὰ χρυσᾶ χρύσεος δάκρυα δάκρυον ταῦτ’ ἂν ἄν εἴη εἰμί ἀφ’ ἀπό ὧν ἔστι εἰμί δακρύσαντα δακρύω τὸν πλοῦτον πλοῦτος ἔχειν ἔχω . . [ [ παρὰ παρά γυναικὸς γυνή πλουτεῖν πλουτέω καὶ καί ρον ἕτερον ἕτερος διαδέξασθαι διαδέχομαι διαδείκνυμι ἑρμαίῳ περιπεσεῖν περιπίπτω ἐστι εἰμί . . ] ] δευ - - τέρα λῆξις λῆξις ἀγαθῶν ἀγαθός ἐμπορίᾳ ἐμπορία χρησάμενον χράομαι πλούσιον πλούσιος ἐπ - - ανελθεῖν , , ἀπὸ ἀπό γεωργίας γεωργία εὔπορον εὔπορος . . καλὰ καλός μὲν μέν καὶ καί ταῦτα οὗτος , , ἔχει ἔχω δὲ δέ προηγουμένους τοὺς πόνους πόνος . . καὶ καί τοὺς στρα - - τιώτας δὲ δέ τοὺς πλουσίους πλούσιος ζηλοῦμεν ζηλόω οἱ πολλοί πολύς , , ἀλλ’ ἀλλά ὅτι ὅτι2 ὅτι γε γε μετὰ μετά <τῶν> πόνων πόνος καὶ καί τῶν ὅπλων ὅπλον καὶ καί φόνων φόνος , , οὐ οὐ καθ’ κατά ἡδονὴν ἡδονή ἔμοιγε δοκεῖ δοκέω τὸ τοιοῦτον . . τρίτη τρίτος δὲ δέ λῆξις λῆξις ἀγαθῶν ἀγαθός αἱ τέχναι τέχνη καὶ καί τὸ ἀπ’ ἀπό αὐτῶν αὐτός εὐπορεῖν εὐπορέω , , ἀλλ’ ἀλλά οὐδὲ οὐδέ τοῦτο οὗτος καθ’ κατά καθ’ ἡδονήν ἡδονή , , ὅτι ὅτι2 ὅτι δὴ δή παν - - ταχοῦ τὰ ὅς τῶν πόνων πόνος συνέζευκται συζεύγνυμι καὶ καί μαθεῖν μανθάνω δεῖ δέω δέω2 δεῖ καὶ καί τεχνίτην τεχνίτης γενέσθαι γίγνομαι καὶ καί κατ’ κατά ὀλίγον ὀλίγος εὐπορεῖν εὐπορέω . . ἀλλὰ ἀλλά καὶ καί μουσικοὶ μουσικός τὴν τέχνην τέχνη πορισταὶ ποριστής τῆς εὐπορίας εὐπορία καὶ καί τοὺς στεφανίτας στεφανίτης ἀγῶνας ἀγών οἱ μετιόντες μέτειμι2 πολλὰ πολύς μὲν μέν ἐσθίουσι ἐσθίω καὶ καί τοῦτο οὗτος ἔστι εἰμί τὸ δέλεαρ δέλεαρ τῶν ἀθλητῶν ἀθλητής , , ἀλλ’ ἀλλά ὅταν ὅταν ἀποδύσωνται καὶ καί κονίσωνται , , ταῦτα οὗτος , , Ἡράκλεις Ἡρακλέης , , τῆς συμφορᾶς συμφορά πράγματα πρᾶγμα παρέχειν παρέχω ἑτέροις ἕτερος καὶ καί μηδενὸς παροξύνοντος παροξύνω <πρὸς> τοιοῦτο τοιοῦτος διαπληκτίζεσθαι . . 9 . . Ἔμπειρος ἐγενόμην γίγνομαι καὶ καί αὐτὸς αὐτός τῆς τῶν ἀγαθῶν ἀγαθός λήξεως λῆξις . . καινοτάτην ἀκούσεσθε ἀκούω καὶ καί οὐχ οὐ οἴαν λόγος λόγος προείρηκεν προαγορεύω προερέω . . οὐ οὐ πατρὸς πατήρ ἐγενόμην γίγνομαι πλουσίου πλούσιος οἷον οἷος ἄν ἄν τις τις ἐπεύξαιτο παῖδα παῖς ἰδεῖν ὁράω εἶδον , , οὐ οὐ πλουσίαν πλούσιος ἠγαγόμην ἄγω γυναῖκα γυνή , , οὐ οὐ κληρονομίαν κληρονομία συγγενοῦς φίλου φίλος διεδεξά - - μὴν μήν , , οὐ οὐ τῶν εὐπόρων <ἦν> οὐδ’ οὐδέ ὁτιοῦν ὁτιοῦν , , καὶ καί γὰρ γάρ ἀργὸς ἀργός ἀργός2 φύσει φύσις καὶ καί δυσμαθὴς δυσμαθής καὶ καί πρὸς πρός τὸ πονεῖν πονέω ἀνεπι - - τήδειος . . εἰς εἰς φιλίαν φιλία δὲ δέ καὶ καί εὐφροσύνην εὐφροσύνη ἦν εἰμί μάλιστα μάλιστα εὐφυής εὐφυής , , ἱκανὸς ἱκανός | | παραμυθήσασθαι παραμυθέομαι , , παραγαγεῖν παράγω , , τῷ τῷ λυπουμένῳ λυπέω μὲν μέν συλλυπηθῆναι , , πράττοντι πράσσω δὲ δέ καλῶς καλός ἐπιτεῖναι ἐπιτείνω τὴν εὐφροσύνην εὐφροσύνη , , ἐπὶ ἐπί τὰ κάλλιστα καλός τοῦ βίου βίος βιός προαγαγεῖν προάγω , , ὑπηρετήσασθαι τὰ μέτρια μέτριος , , ταῦτα οὗτος δὲ δέ ἦν εἰμί πρὸς πρός τὴν ἔνστασιν ἔνστασις ] ] , , ἐπιτήδειος ἐπιτήδειος δὲ δέ σκώμματα σκῶμμα εἰπεῖν λέγω εἶπον καὶ καί ᾆσαι ἀείδω μέλος μέλος καὶ καί ὀρχήσασθαι ὀρχέομαι , , ὧς ὡς ὀλίγοι ὀλίγος , , καὶ καί μι - - μήσασθαι . . καὶ καί τοιοῦτος τοιοῦτος ὢν εἰμί ἔσχον ἔχω ὅς ὅς2 ἐβουλόμην βούλομαι , , καὶ καί ἐμοὶ δαίμων δαίμων ἐχαρίσατο χαρίζω οἷον οἷος μηδὲ μηδέ τοῖς ἐν ἐν τυ - - ραννίσι καὶ καί δυναστείαις . . ἐκεῖνοι ἐκεῖνος μέν μέν γε γε φραξάμενοι τοῖς ὅπλοις ὅπλον τρυφῶσι τρυφάω καὶ καί πλείων πολύς πλείων καιρὸς καιρός αὐτοῖς αὐτός τοῦ ὅς δρᾶσαί δράω τι τι κακὸν κακός τοῦ ζῆσαι ζήω ζάω μεθ’ μετά ἡδονῆς ἡδονή , , ἐμοὶ δ’ δ’ ἄφοβος ἄφοβος τρυφὴ τρυφή καὶ καί γυμνὴ γυμνός δορυφόρων δορυφόρος ἦν εἰμί καὶ καί δρᾶσαι δράω μὲν μέν οὐδὲν οὐδὲ οὐδέ ἐνθυμηθῆναι ἐνθυμέομαι δεινὸν δεινός ἦν εἰμί , , λογίζεσθαι λογίζομαι δὲ δέ καὶ καί πράττειν πράσσω ἀγαθόν ἀγαθός . . εἶδον ὁράω εἶδον τὸν νεανίσκον νεανίσκος ἐκεῖνον ἐκεῖνος ἐκ ἐκ προγόνων πρόγονος λαμπρόν λαμπρός τε τε καὶ καί πλούσιον πλούσιος , , φιλό - - τῖμον τῖμος μὲν μέν περὶ περί τὰ δημόσια δημόσιος ἐν ἐν ταῖς λειτουργίαις λειτουργία , , φιλ - - άνθρωπον δὲ δέ πρὸς πρός τοὺς δεομένους δέω δέω2 καὶ καί κατὰ κατά τὸν βίον βίος βιός ἥδιστον ἡδύς , , φιλόγελών τε τε καὶ καί φιλοπότην φιλοπότης καὶ καί πολυτελῆ πολυτελής τὴν δίαιταν δίαιτα . . ἐκείνῳ ἐκεῖνος συνήφθην συνάπτω συνέπομαι θεοῦ θεός τινος τὰ κάλλιστά μοι προξενοῦντος καὶ καί πάντων πᾶς ἥδιστα ἡδύς παρεχομένου παρέχω , , ὅς ὅς2 καὶ καί φίλος φίλος ἐγενόμην γίγνομαι καὶ καί συνήθης καὶ καί οὐ οὐ μέχρι μέχρι τούτου οὗτος , , ἀλλὰ ἀλλά καὶ καί συνέστιος συνέστιος καὶ καί συμπότης συμπότης καὶ καί βίον βίος βιός ἔχων ἔχω εὐ - - δαίμονα δαίμων καὶ καί μακάριον μακάριος . . καὶ καί πολλοὶ πολύς τὰ καθ’ κατά ἡμᾶς ἐγώ ἐζήλουν ζηλόω . . πατρὸς πατήρ γὰρ γάρ καὶ καί μητρὸς μήτηρ ἦν εἰμί ἐκεῖνος ἐκεῖνος πολὺ πολύς φέρ - - τερος . . παρ’ παρά ἐκείνων ἐκεῖνος μὲν μέν γὰρ γάρ οὐδὲν ἔσχον ἔχω λαβών λαμβάνω , , δὲ δέ κοινὰ κοινός τὰ παρ’ παρά αὑτοῦ ἑαυτοῦ προὐτίθει προτίθημι πρὸς πρός ἡδονήν ἡδονή . . οὐδὲν εἶχον ἔχω λυπηρόν λυπηρός , , οὐδὲν οὐδείς ἔργον ἔργον ἐπίπονον ἐπίπονος . . | πάντα πᾶς δ’ ἦν εἰμί ἥδιστά μοι ἐγώ , , καὶ καί τὰ παρόντα πάρειμι καὶ καί ὅσα ὅσος δὴ δή ἤλπιζον ἐλπίζω , , καὶ καί πολλὴ πολύς ῥᾳστώνη ῥᾳστώνη τοῦ βίου βίος βιός . . ἐτρύφων γὰρ γάρ οὐδὲν ἀναλίσκων ἀναλίσκω οὐδὲ οὐδέ προι · · έμενος οὐδ’ οὐδέ ὅθεν ὅθεν εὐπορήσω ζητῶν , , ἀλλ’ ἀλλά ἕτερος ἕτερος ἦν εἰμί μοι κηδεστὴς κηδεστής καὶ καί φροντὶς φροντίς ἑτέρῳ ἕτερος ἦν εἰμί τῆς καθ’ κατά ἡμέραν ἡμέρα τροφῆς τροφή . . ἐπλούτουν πλουτέω οὐδὲν οὐδείς κεκτη - - μένος μένος , , ἐτρύφων οὐδὲν ἀναλίσκων ἀναλίσκω , , ἔπινον πίνω , , ἐμέθυον μεθύω ὕω , , ἐν ἐν μύροις μῦρος ἤμην καὶ καί πότοις πότος καὶ καί ὀρχήμασι καὶ καί πάντα πᾶς ἐπανηγύριζον τὸν ἐμαυτοῦ ἐμαυτοῦ βίον βίος βιός . . οὐ οὐ τῶν ὅς ἐπ’ ἐπί ἀγορᾶς ἀγορά ἥμην ἧμαι , , οὐ οὐ τῶν ἐρανιζομένων , , οὐ οὐ τῶν ἐπὶ ἐπί βήματος βῆμα ἑτέ - - ροις πράγματα πρᾶγμα παρεχόντων παρέχω , , οὐ οὐ τῶν γεωργῶν , , οἷς ἐν ἐν πόνοις πόνος βίος βίος βιός , , οὐκ οὐ ἔμπορος ἔμπορος ἐγενόμην γίγνομαι καὶ καί τῶν πλεόν - - των τὴν θάλατταν θάλασσα . . τοὺς λιμένας λιμήν εἶδον ὁράω εἶδον μέχρι μέχρι τῶν ἰχθύων ἰχθύς μόνον μόνος . . οὐ οὐ στρατιώτης στρατιώτης ἦν εἰμί τὸν βίον βίος βιός , , πρᾶγμα πρᾶγμα κινδύνων κίνδυνος μεστὸν μεστός καὶ καί ξιφῶν , , ἀλλ’ ἀλλά εὐδαίμων εὐδαίμων ἄνθρωπος ἄνθρωπος , , ῥᾴθυμος ῥάθυμος ῥᾴθυμος , , ἀργός ἀργός ἀργός2 , , παράσιτος , , τοῦτο οὗτος δὴ δή τὸ φίλτατον φίλτατος ἐμοὶ μὲν μέν ἀκοῦσαι ἀκούω , , ἄλλος ἄλλος δ’ ὀνειδιζέτω λέγων λέγω . . γῆ γῆ μὲν μέν ἔφερε φέρω τὰ παρ’ παρά αὑτῆς ἑαυτοῦ , , ὀπώραν ὀπώρα καὶ καί τὸν πολὺν πολύς ἄκρατον ἄκρατος , , θάλασσα θάλασσα δὲ δέ τοὺς ἰχθύας ἰχθύς πολλούς πολύς . . καὶ καί ξύμπαντες ἐμοὶ μὲν μέν ἐθήρων θηράω οἱ θηρῶντες θηράω καὶ καί πτηνὰ πτηνός καὶ καί χερσαῖα χερσαῖος , , μάγειροί τε τε καὶ καί ὀψοποιοὶ τὰ παρὰ παρά τῆς τέχνης τέχνη ἔφερον φέρω , , ἓν <δ᾿> ἔργον ἔργον ἦν εἰμί ἐμοὶ τὸ τὸν μον προσαγορεύειν προσαγορεύω καὶ καί εἴ εἰ τι τι πάνυ πάνυ χάριεν ἦν εἰμί τῶν ἐδωδίμων ἐπ’ ἐπί ἀγορᾶς ἀγορά , , καταμηνύειν καταμηνύω τοῖς ὀψοποιοῖς ὀψοποιός τε τε καὶ καί μαγείροις , , ἐπιέναι ἔπειμι2 ἐφίημι τῶν οἴνων οἶνος ἀπογεύεσθαι ἀπογεύω , , δοκιμά - - ζειν τοὺς ὀψοποιούς ὀψοποιός , , τοὺς ἀρίστους ἄριστος ἐπαινεῖν ἐπαινέω καὶ καί παρα - - καλεῖν καλέω φιλοτιμότερον φιλότιμος χρῆσθαι χράω2 χράομαι χραύω χράω τῷ τῷ πράγματι πρᾶγμα , , πάντα πᾶς ἐπαινεῖν ἐπαινέω , , πάντα πᾶς θαυμάζειν θαυμάζω , , πάντα πᾶς τῷ τροφίμῳ χαρί - - ζεσθαι , , τοὺς μαγείρους οἰκειοῦσθαι οἰκειόω , , τοῖς οἰνοχόοις προσμειδιᾶν , , τοὺς τρέφοντας τρέφω ἡδοναῖς ἡδονή θεραπεύειν θεραπεύω . . μόλις μόλις ὄρθρος ὄρθρος ἦν εἰμί , , ἐγὼ δὲ δέ ἐπὶ ἐπί τὸν τρόφιμον τρόφιμος ἔσπευ - - δον τὰ πρὸς πρός ἡδονὴν ἡδονή ἀπαγγεῖλαι ἀπαγγέλλω . . καὶ καί μετὰ μετά ταῦτα οὗτος μὲν μέν ἔπραττέ τι τι κατ’ κατά κατ’ ἀγοράν ἀγορά , , ἐμοὶ δ’ δ’ ἔργον ἔργον ἦν εἰμί | | περὶ περί τὸ ἄριστον ἄριστον ὅπως ὅπως ἕξει ἔχω καλῶς καλός ἡμῖν ἐγώ προνοεῖν προνοέω καὶ καί τὴν ὥραν ὥρα2 ὥρα ἀπήγγελλον ἀπαγγέλλω , , ἐπιταχύνειν ἐπιταχύνω ἔπειθον πείθω , , καὶ καί μετὰ μετά ταῦτα οὗτος ἐνεπιμπλάμην ἀπάντων ἁπτόμενος ἅπτω , , πάντα πᾶς ἐπαι - - νῶν νάω νέω νέω2 νέω3 , , τὰ δεύτερα δεύτερος μᾶλλον μᾶλλον ἀεὶ ἀεί τῶν προτέρων πρότερος ἀποδεχό - - μένος μένος , , καἰ ἤδη ἤδη διατηρήσων εἰς εἰς ἑσπέραν ἑσπέρα τὰ περιόντα ἐταμιευόμην . . ὕπνος ὕπνος ἦν εἰμί ἐπὶ ἐπί τούτοις οὗτος ἥδιστος ἡδύς καὶ καί τὴν ἑστίασιν ἑστίασις ὠνειροπόλουν . . καὶ καί λουτρῶν καιρός καιρός καῖρος , , ἐγὼ δ’ ἔσπευδον σπεύδω καὶ καί λαμπρῶς λαμπρός ἐκεῖθεν ἐκεῖθεν ἐπανελθὼν ἐπανέρχομαι ἐπὶ ἐπί τὴν μακαρίαν μακαρία ἐπανῄειν τράπεζαν τράπεζα πάντα πᾶς θαυμάζων θαυμάζω , , πάντα πᾶς ἐπαινῶν ἐπαινέω , , ἀνιώμενος ἀνιάω ὅτι ὅτι2 ὅτι μὴ μή διπλῆν διπλόος μοι καὶ καί τριπλῆν τριπλόος τὴν γαστέρα γαστήρ ἔχειν ἔχω ἐξῆν ἔξεστι , , ἦν εἰμί γὰρ γάρ πάντα πᾶς ἄφθονα ἄφθονος , , καὶ καί διερρηγνύμην ἐμπιμπλάμενος ἐμπίμπλημι . . ἐσπέρα πάλιν πάλιν καὶ καί ὕπνος ὕπνος ἀφρόντιστος ἀφρόντιστος . . οὔτε οὔτε γὰρ γάρ ἀποδόσθαι ἀποδίδωμι τι τις ἐχρῆν χρή οὔτε οὔτε ὠνή - - σασθαι , , ἀλλὰ ἀλλά καὶ καί μέχρι μέχρι τῆς εὐνῆς εὐνή ἄλλος ἄλλος ἦν εἰμί φρον - - τίζων τοῦ πράγματος πρᾶγμα , , ἄριστον ἄριστος αἱρεῖσθαι αἱρέω , , δειπνεῖν δειπνέω πολυτελῶς πολυτελής . . πενίαν πενία οὐκ οὐ ἐδεδοίκειν , , τοῦ πλουτεῖν πλουτέω οὐδὲν οὐδείς ἐδεόμην δέω2 δέω . . πᾶσιν πᾶς ἡδόμην τοῖς καιροῖς καιρός καῖρος . . ἔαρ ἔαρ ἦν εἰμί ἥδιστον ἡδύς ἐμοί , , καὶ καί γὰρ γάρ ἦν εἰμί πότος πότος ἐν ἐν ῥόδοις , , τὸ ὅς δὲ δέ θέρος θέρος τοιοῦτον ἕτερον ἕτερος πάντων πᾶς μὲν μέν εὔφορον εὔφορος τῶν κα - - λῶν , , ἐκτεινόμενον δὲ δέ ταῖς ἡμέραις ἡμέρα , , <ὥστε> καὶ καί ἀρίστου ἄριστος σχολὴν σχολή εἶναι εἰμί καὶ καί δείπνου δεῖπνον πλείστην πλεῖστος διατριβήν διατριβή . . τὸ φθινόπωρον φθινόπωρον εἶχε ἔχω τὰς ὥρας ὥρα2 ὥρα εὐκραεῖς καὶ καί θᾶττον ταχύς θάσσων ἦν εἰμί τὰ σιτία σιτίον καταπέττειν καὶ καί μᾶλλον μᾶλλον ἐσθίειν ἐσθίω . . χειμὼν χειμών ἐπεγίνετο ἐπιγίγνομαι καὶ καί πρὸς πρός τὸ φαγεῖν ἐσθίω ἐπερρώννυε μᾶλλον μᾶλλον καὶ καί τῶν μὲν μέν ἔξωθεν ἔξωθεν πόνων πόνος καὶ καί πραγμάτων πρᾶγμα ἡσυχίαν ἡσυχία ἦγεν ἄγω , , οἴκοι οἶκος οἴκοι δὲ δέ μένειν μένω ἔπειθεν πείθω . . ἓν μὲν μέν ἐδόκει δοκέω λυπεῖν λυπέω , , τῶν νυκτῶν παράτασις , , ἀλλ’ ἀλλά εὐθὺς εὐθύς ἂν ἄν ] ] ἑωθινῶν ἑωθινός ἀρίστων ἄριστος ἔδει δέω δέω2 δεῖ καὶ καί οὐδεὶς ἂν ἐάν ἐπετίμησε ἐπιτιμάω . . καὶ καί εἰς εἰς ἐσπέραν δὲ δέ βαθεῖαν βαθύς τὸν | πότον πότος ἴδει παρατείνειν παρατείνω , , ὅτι ὅτι2 ὅτι καιρὸς καιρός ἀπέκειτο ἀπόκειμαι καὶ καί ὕπνου ὕπνος ἱκανός . . 19 . . Ἀλλ’ ἀληθὲς ἀληθής ἦν εἰμί τὸ λεγόμενον ὅτι ὅτι2 ὅτι φθόνος φθόνος ἀνθίσταται ἀνθίστημι τοῖς καλοῖς καλός καὶ καί νεμεσᾷ τὸ δαιμόνιον δαιμόνιος ταῖς εὐπραγίαις εὐπραγία ταῖς ἄγαν ἄγαν καὶ καί τὰ ἀνθρώπινα ἐν ἐν μεταβολαῖς μεταβολή ἐπιεικῶς ἐπιεικής φιλεῖ φιλέω γίνεσθαι γίγνομαι . . λέγω λέγω δὲ δέ ταῦτα οὗτος οὐ οὐ τὰ ἐτέ - - ρων σκοπῶν σκοπέω , , ἀλλὰ ἀλλά τὰ κατ’ κατά ἐμαυτὸν ἐμαυτοῦ λογιζόμενος . . τρόφιμος τρόφιμος ἐκεῖνος ἐκεῖνος πάντα πᾶς ἐμοὶ καὶ καί ἀντὶ ἀντί πάντων πᾶς , , τὸν βίον βίος βιός ἐμοὶ ἥδιστον ἡδύς ἐπιδεικνύς , , πλούσιος πλούσιος , , πολυτελής πολυτελής , , πλουτῶν οὐχ οὐ ἧττον ἥσσων ἐμοί , , ὅλην ὅλος ὅλοξ τὴν τύχην τύχη οἰκείαν οἰκεῖος ἔχων ἔχω , , ἀλλ’ ἀλλά οὐκ οὐ ἔχω ὅς τί τι ποτε ποτε φῶ φημί περὶ περί αὐτοῦ αὐτός αὐτοῦ , , ἐμοὶ μὲν μέν γὰρ γάρ οἴχεται οἴχομαι , , ἐμπνεῖ δ’ δ’ ἑαυτῷ ἑαυτοῦ μόνῳ μόνος . . καὶ καί δο - - κεῖ κέω ζῆν ζήω ζάω ζέω καὶ καί περιεῖναι περίειμι , , ἔξω ἔξω δὲ δέ τοῦ βίου βίος βιός παντός πᾶς ἐστιν εἰμί . . οὐ οὐ γυμνάσια γυμνάσιον τοῦτον οὗτος ἔχει ἔχω ἀπόλωλεν ἀπόλλυμι ; ; ἤρετό αἴρω ἔρομαι τις τις . . τοῦτο οὗτος μὲν μέν γεγονὸς γίγνομαι ἂν ἄν εἴποι λέγω εἶπον τις τις · · μή μή ποτε ποτε , , θεοί θεός οὐ οὐ μὲν μέν καὶ καί λουτρά λουτρόν , , οὐδὲ οὐδέ ἐν ἐν πότοις πότος ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἔτι ἔτι οὐδ’ οὐδέ ἐν ἐν ἑστιάσεσιν , , ἀλλὰ ἀλλά τοῦ βίου βίος βιός παντὸς πᾶς ἔξω ἔξω τυγχάνων τυγχάνω , , ὧς ὡς ἂν ἄν εἴποι λέγω εἶπον τις τις , , καὶ καί γυμνὸς γυμνός ἀπάσης περιβολῆς περιβολή , , εἰ εἰ καὶ καί πλουτῶν πλοῦτος ἦν εἰμί ἄλλοις , , κεκτημένος νόσον νόσος χαλεπωτάτην χαλεπός . . καὶ καί οὐδὲ οὐδέ τὸ τῆς συμφορᾶς συμφορά προσιδέσθαι προσοράω προσεῖδον μοι ἐγώ δοκεῖ δοκέω , , ἀλλ’ ἀλλά ἐπῆκται ἐπάγω πήγνυμι νόσον νόσος τίη μανίαν μανία οὐκ οὐ οἶδ’ ὅς τι τι φῶ φημί περὶ περί τοῦ πράγματος πρᾶγμα . . δοκεῖ δοκέω εὐδαιμονεῖν εὐδαιμονέω ἑαυτῷ ἑαυτοῦ | | καὶ καί οὕτως οὕτως οἴεται οἴομαι , , πράττει πράσσω δὲ δέ κάκιον κακός <ἢ> ὧς ὡς ἂν ἐάν ρώμενος ἑαυτῷ ἑαυτοῦ . . μισεῖ μισέω τὸν πλοῦτον πλοῦτος , , ἀποστρέφεται ἀποστρέφω τὴν τρυφήν τρυφή . . τὴν ὅς <μὲν> προτέραν πρότερος εὐδαιμονίαν εὐδαιμονία ἡγεῖται , , τῶν δὲ δέ παρόντων πάρειμι κακῶν κακός ἐραστής ἐραστής ἐστιν εἰμί . . αὐχ - - μηρός ἐστι εἰμί τὴν κόμην κόμη , , ὠχρὸς τὴν χρόαν χροιά , , κατηφὴς κατηφής τῷ τῷ βλέμματι βλέμμα , , ῥυπῶν ῥυπάω ῥυπόω τῷ τῷ σώματι σῶμα καὶ καί μέχρι μέχρι ἱματίου ἱμάτιον τοι τοι - - οῦτος ὑπαίθριος ὑπαίθριος ταλαιπωρῶν ταλαίπωρος , , χαμευνῶν ἀνέχεται ἀνέχω · · τὸν ἥλιον ἥλιος φέρει φέρω , , πρὸς πρός κρύος κρύος ἀποδέδυται , , κατείληπται καταλαμβάνω δὲ δέ λιμῷ λιμός , , καίτοι αὔταρκες σίτου σῖτος μεταλαβεῖν μεταλαμβάνω αὐτῷ αὐτός καὶ καί ὕδατος ὕδωρ εἰς εἰς κόρον κόρος κόρος2 κόρος4 ἐλθεῖν ἔρχομαι . . καὶ καί βραχὺ βραχύς καταδαρθὼν τὰ πολλὰ πολύς τῆς νυκτὸς νύξ διαγρυπνῶν διαγρυπνέω μελαγχολᾷ . . 22 . . Τὸ δὲ δέ ὅπως ὅπως ὅπως εἰς εἰς τοῦτο οὗτος ἦλθε ἔρχομαι ; ; δεινοί δεινός τινές τις εἰσι εἰμί παρ’ παρά ἡμῖν ἐγώ ἑτέρους ἕτερος διαφθείρειν διαφθείρω ὄντες εἰμί κακοδαίμονες κακοδαίμων αὐτοὶ αὐτός τὴν τύχην τύχη , , οἷς ὅς ὅς2 ἔργον ἔργον οὐδὲν οὐδείς τίη τὸ ὅς τιμωρεῖσθαι τιμωρέω σφᾶς σφεῖς αὐτοὺς αὐτός ὡς ὡς ὡς ἀδικοῦντας ἀδικέω καὶ καί πιέζειν πιέζω ἀγρυπνίᾳ ἀγρυπνία καὶ καί λιμῷ λιμός καὶ καί πόνοις πόνος , , τοὺς ὠχριῶντας ὠχριάω λέγω λέγω , , τοὺς ὅς ἀνυπο - - δήτους , , τοὺς ὅς γυμνοὺς γυμνός ἐξ ἐκ ἡμισείας ἥμισυς , , οἷς ἀπεύξαιτ’ ἄν ἄν τις τις καὶ καί περιτυχεῖν . . ἐκεῖνοι ἐκεῖνος τὸν τρόφιμον τρόφιμος λαβόντες λαμβάνω κατεγοήτευσαν πολλοῖς πολύς ῥήμασι ῥῆμα παθόντες πάσχω μὲν μέν οὐδὲν δυσχερές δυσχερής , , ὅτι ὅτι2 ὅτι δ’ εὐδαιμονεῖ εὐδαιμονέω φθονήσαντες φθονέω καὶ καί σπεύ - - δοντες αὐτοὶ αὐτός μὴ μή μόνον μόνος ζῆν ζήω ζάω ζέω ἐλεεινῶς ἐλεεινός , , ἀλλ’ ἀλλά ἔτι ἔτι καὶ καί τοὺς ἄλλους Ι ὁρᾶν ὁράω ἐν ἐν τοῖς ἴσοις . . γόητες γόης ἄνθρω - - RIV 224 ποι ποι ποῖ καὶ καί πονηροὶ πονηρός καὶ καί πάντα πᾶς πείθειν πείθω δυνάμενοι , , ὧν ὅς ὅς2 καλῶς καλός Τύχη τύχη κατεψηφίσατο καταψηφίζομαι ταῦτα οὗτος ἐν ἐν οἷς ὅς ὅς2 εἰσι εἰμί , , πε - - " " νίαν , , παράνοιαν παράνοια , , λιμόν λιμός , , τὸ τεθνηκότας ἀποθνῄσκω ἐν ἐν ἀνθρώποις ἄνθρωπος εἶναι εἰμί , , οὗτοί οὗτος μοι τὸν τρόφιμον τρόφιμος ἀπολωλέκασι ἀπόλλυμι καί καί μοι τὸ κώνειον παρ’ παρά ὑμῖν προπίνουσι αὐτοὶ αὐτός πιόντες πίνω ἂν ἄν εἰκότως εἰκός εἰκότως ἐοικότως καὶ καί πρὸ πρό ἡμῶν ἐγώ , , εἴ εἰ γε γε ἐσωφρόνουν σωφρονέω . . ἀρίστου ἄριστος καιρὸς καιρός ἦν εἰμί , , τρόφιμος τρόφιμος δ’ δ’ οὐδαμοῦ οὐδαμοῦ . . δειπνεῖν δειπνέω ἔδει δέω δέω2 δεῖ καὶ καί πάντα πᾶς ηὐτρέπιστο εὐτρεπίζω , , δ’ ἦν εἰμί ἔτι ἔτι παρ’ παρά ἐκείνοις ἐκεῖνος μελαγ - - χολῶν . . ἑσπέρα καὶ καί περαιτέρω τῆς ὥρας ὥρα2 ὥρα , , δ’ ἐπάνεισι ἐπάνειμι λιμοῦ λιμός μετέχων μετέχω καὶ καί αὑτὸν ἑαυτοῦ κατέβαλεν καταβάλλω οὐκ οὐ ἐπὶ ἐπί σκίμπο - - δος , , ἀλλ’ ἀλλά ἐπὶ ἐπί τῆς γῆς γῆ καὶ καί φαύλην εὐνὴν εὐνή ὑποθεὶς ἄρτου ἄρτος μετάδοτε , , φησίν φημί , , ἀρκεῖ ἀρκέω δέ δέ μοι καὶ καί ὕδωρ ὕδωρ πίνειν πίνω . . καὶ καί ὕπνον ὕπνος ᾑρεῖτο αἱρέω ἐπὶ ἐπί τοῦ σχήματος σχῆμα . . ἑωθινὸς ἑωθινός δ’ ἀναστὰς ἀνίστημι καὶ καί φυγὰς τῆς οἰκίας οἰκία γενόμενος γίγνομαι ἦν εἰμί παρ’ παρά ἐκείνοις ἐκεῖνος πανημέριος πανημέριος . . ἐσπέρα πάλιν πάλιν , , δ’ δ’ ἐπὶ ἐπί τὴν ὅς οἰ - - κίαν ᾔει εἶμι τῶν κυνῶν κύων ψευδοκύων ἐλεεινότερον ἐλεεινός καὶ καί φαυλότερον φαῦλος δεῖπνον δεῖπνον αἱρούμενος αἱρέω . . τρίτη τρίτος περίοδος περίοδος2 περίοδος καὶ καί τὸ αὐτὸ αὐτός δρᾶμα δρᾶμα ἀνεδιδάσκετο ἀναδιδάσκω τῷ τῷ κακῷ κακός τῷ ἐμῷ ἐμός . . τετάρτη τέταρτος καὶ καί πέμπτη πέμπτος πεμπτός ἡμέρα ἡμέρα πάλιν πάλιν , , καὶ καί συνήθεια συνήθεια τῶν κακῶν κακός ἐκράτει κρατέω . . ἐγὼ δ’ , , ἴως τὰ λείψανα λείψανον ἦν εἰμί τῆς πάλαι πάλαι παρασκευῆς παρασκευή , , ἐνεφορούμην οὔπω οὔπω τὸ κατ’ κατά αὐτὸν αὐτός αἰσθανόμενος , , πολλὰ πολύς γὰρ γάρ ἔνδον ἔνδον ἦν εἰμί , , ὧς ὡς δ’ δ’ ὑπανήλωτο , , χρεία χρεία γνωρίζειν γνωρίζω ἐποίει ποιέω με τοῦ τροφίμου τρόφιμος τὴν συμφοράν συμφορά . . τί τι πέπονθεν ἄνθρωπος ἄνθρωπος , , ἐσκόπουν σκοπέω καὶ καί συμβαλεῖν συμβάλλω οὐκ οὐ εἶχον ἔχω τὸ δεινόν δεινός . . μανία μανία γὰρ γάρ τὸ πρᾶγμα πρᾶγμα ἦν εἰμί . . καὶ καί μὴν μήν ἔτι ἔτι γ’ ἐσωφρόνει . . ἀλλὰ ἀλλά Ι νόσημα νόσημα τὸ συμβεβηκός . . ἀλλ’ ἀλλά ὑγιαίνειν ὑγιαίνω ἐδόκει δοκέω καὶ καί κλινήρης κλινήρης οὐκ οὐ ἦν εἰμί . . ἠρώτων ἐρωτάω τοὺς ἐντυγχάνοντας ἐντυγχάνω περὶ περί αὐτοῦ αὐτός αὐτοῦ ποῦ ποῦ πού γῆς γῆ ἐστι εἰμί ; ; τί τι πέ - - πονθε ; ; τί τι βούλεται βούλομαι βίος βίος βιός αὐτῷ αὐτός ; ; πονηροὶ πονηρός οἱ πλεῖστοι πλεῖστος καὶ καί οὐδεὶς ἂν ἄν συναχθεσθείη τῷ τῷ παρόντι πάρειμι κακῷ κακός , , ἀλλ’ ἀλλά φθόνος φθόνος μὲν μέν ἐπὶ ἐπί τοῖς ὅς εὖ εὖ πράττουσιν πράσσω , , ἔλεον ἔλεος ἐλεός δ’ οὐδεὶς οἶδεν οἶδα ἐπὶ ἐπί τοῖς ἀτυχοῦσιν ἀτυχέω . . οὐκ οὐ ἐκεῖνόν τις τις ἐπέ - - στρεψεν ἐπὶ ἐπί τὸ βέλτιον βελτίων οὐδ’ οὐδέ ἀπήγαγε ἀπάγω τῆς ἀπάτης ἀπάτη οὐδὲ οὐδέ πρὸς πρός ἐμὲ φιλάνθρωπά τινα εἶπε λέγω εἶπον πολυπραγμο - - νοῦντα ἰδὼν ὁράω τὰ κατ’ κατά ἐκεῖνον ἐκεῖνος , , ἀλλ’ ἀλλά μὲν μέν σιωπῇ σιωπή παρ - - ῆλθεν , , δ’ δ’ ἐγέλασε γελάω , , μᾶλλον μᾶλλον δὲ δέ κατεγέλασε καταγελάω τῆς κατ’ κατά ἐμὲ τύχης τύχη , , δ’ οὐκ οὐ οἰμώξῃ ; ; φήσας φημί καὶ καί τέ τε σοί , , τί τίς τις δ’ ἐμοὶ τῶν ἐκείνου ἐκεῖνος μέλει μέλω ; ; καὶ καί μονονοὺ πληγὰς πληγή ἐντείνας ἐντείνω ἀπῆλθεν ἀπέρχομαι . . 27 . . Ἐγὼ δὲ δέ μετῄειν τὸν τρόφιμον τρόφιμος καὶ καί τὰ ἐκείνου ἐκεῖνος μεταβάλλεσθαι μεταβάλλω ἠξίουν ἀξιόω πείθων πείθω σωφρονεῖν σωφρονέω , , ὁπότε ὀλίγον ὀλίγος ῥαίσας ἦν εἰμί ἐν ἐν ἑαυτοῦ ἑαυτοῦ . . ὧς ὡς δὲ δέ καὶ καί δεύτερον δεύτερος προσοιμώζειν οἰμώζω ἔλεγε λέγω καὶ καί τρίτον τρίτος προσιόντα πρόσειμι2 χαλεπῶς χαλεπός ἑώρα ὁράω , , οὐκ οὐ ἔχων ἔχω δὴ δή τί τι χρήσωμαι χράομαι χράω ἐμαυτῷ ἐμαυτοῦ πρὸς πρός ὑμᾶς σύ ἀπήντηκα ἀπαντάω . . μηδέ μηδέ μοι λεγέτω λέγω τις τις · · ἐφ’ ἐπί ἑτέροις ἕτερος προσαγγελία μηδ’ ἐρω - - τάτω τις τις , , τί τι πέπονθα πάσχω . . πέπονθα πάσχω γὰρ γάρ ὅς ὅς2 οὐδεὶς ἕτερος ἕτερος . . ἐκπέπτωκα τῆς μεγάλης μέγας ἐκείνης ἐκεῖνος εὐδαιμονίας εὐδαιμονία , , τῆς πολλῆς πολύς ἀπεστέρημαι ἀποστερέω τρυφῆς τρυφή , , τοῦ ῥᾴστου ῥᾴδιος βίου βίος βιός καὶ καί πρὸς πρός ἡδονῆς ἡδονή μάλιστα μάλιστα ἐμοί . . οὐδεὶς οὐδείς φιλάνθρωπος , , οὐδεὶς ἕτερος ἕτερος τοιοῦτος τοιοῦτος οἷος οἷος ἐκεῖνος ἐκεῖνος πρός πρός με . . φεῦ φεῦ τῆς μεταβολῆς μεταβολή ἀπὸ ἀπό τῆς πλησμονῆς πλησμονή ἐκείνης ἐκεῖνος , , ἀπὸ ἀπό τῆς μέθης μέθη . . τοὺς στεφά - - νοῦς νόος περικείμενος , , τὸν ἄκρατον ἄκρατος | | πίνων πίνω εἰς εἰς κόρον κόρος κόρος2 κόρος4 καὶ καί προπίνων προπίνω ἑτέροις ἕτερος ἐνδεὴς ἐνδεής τῶν ἀναγκαίων ἀναγκαῖος εἰμί εἰμί εἶμι . . καὶ καί καταλαμβάνει καταλαμβάνω με νὺξ νύξ τὴν παλαιὰν παλαιός τρυφὴν τρυφή ὀνειροπο - - λοῦντα , , κατηφὴς κατηφής δὲ δέ <καὶ ἡμέρα ἡμέρα καὶ> ἐσπέρα καὶ καί ἑτέρους ἕτερος ἴδω ὁράω εἶδον μεθύοντας μεθύω ἀναλύοντας ἀναλύω ἐκ ἐκ πότου πότης πότος , , διαρρή - - γνυμαι τῷ τῷ φθόνῳ φθόνος καὶ καί τὰς ἐμαυτοῦ ἐμαυτοῦ στένω στένω στενόω συμφοράς συμφορά . . οὐδεὶς οὐδείς φιλάνθρωπος , , οὐδεὶς οὐδείς ἐλεήμων ἐλεήμων . . μὲν μέν ἐγέ - - λασεν ἰδών ὁράω , , δ’ ἐπενέβη ἐπεμβαίνω πράττοντι πράσσω κακῶς κακός . . εἰ εἰ δέ δέ τις τις δεξιὸς δεξιός τὸν τρόπον τρόπος τροπός , , ἄχρι τοῦ ὅς φιλανθρωπεύεσθαι φιλανθρωπεύομαι τῷ τῷ ῥήματι ῥῆμα , , φιλανθρωπία δὲ δέ οἰκτεῖραι οἰκτίρω οἰκτείρω πράττοντα πράσσω κακῶς κακός , , ἐπὶ ἐπί πότον πότος δὲ δέ καλέσαι καλέω ἑστίασιν οὐδεὶς ἐπιτήδειος ἐπιτήδειος . . 30 . . Δότε μοι τὴν χάριν χάρις , , δότε δίδωμι . . ὀρέξατε ὀρέγω τὸ κώνειον κώνειον . . ταύτην οὗτος μοι προπίνει τὴν φιλοτησίαν Τύχη τύχη . . ἐμοὶ μήτηρ μήτηρ οὐκ οὐ ἔστιν εἰμί οὐδ’ οὐδέ γεννήσας γεννάω ἔτι ἔτι καταλείπεται καταλείπω καταλιμπάνω , , οὐ οὐ συγγενὴς συγγενής οὐδείς , , οὐ οὐ φίλος φίλος ἐστὶ εἰμί λοιπός λοιπός . . ὅν ὅς ὅς2 δ’ ἀντὶ ἀντί πάντων πᾶς εἶχον ἔχω φιλοσοφεῖ φιλοσοφέω , , τὸ δ’ ἴσον ἴσος εἰπεῖν λέγω εἶπον , , οὗτος οὗτος καὶ καί τέθνηκέ ἀποθνῄσκω μοι . . τίς τις δὴ δή γένωμαι γίγνομαι τῆς παλαιᾶς παλαιός συνηθείας συνήθεια ἑαλωκώς ἁλίσκομαι ; ; πῶς πῶς πως ἐπαρκέσω ἐπαρκέω πρὸς πρός τὴν χρείαν χρεία ἐμαυτῷ ἐμαυτοῦ τρυ - - φᾶν μεμαθηκώς μανθάνω , , ἐσθίειν ἐσθίω εἰς εἰς κόρον κόρος κόρος2 κόρος4 , , πίνειν πίνω εἰς εἰς μέθην μέθη ; ; γαστὴρ γαστήρ μὲν μέν ἀπαιτεῖ ἀπαιτέω τὴν συνήθειαν συνήθεια , , δώσων δίδωμι δ’ δ’ οὐκ οὐ ἔστι εἰμί . . τέχνην τέχνη δ’ οὐκ οὐ ἔχω ἔχω , , οὐδὲ οὐδέ γὰρ γάρ ἔμαθον μανθάνω τὴν ἀρχήν ἀρχή . . πονεῖν πονέω οὐκ οὐ ἔτι ἔτι δύναμαι δύναμαι τῷ τῷ σώματι σῶμα διεφθαρμέ - - νος ὑπὸ ὑπό τῆς πολλῆς πολύς ἐκείνης ἐκεῖνος τρυφῆς τρυφή . . βαρὺ βαρύς ἐμοὶ καὶ καί τὸ ὅς μέχρι μέχρι τῶν ἀναγκαίων ἀναγκαῖος ἀπορεῖν ἀπορέω2 ἀπορέω ἀπορρέω ἀφοράω , , ἀλλ’ ἀλλά οὐδὲ οὐδέ ταῦτα οὗτος ῥᾴ - - διον ἔχειν ἔχω . . 31 . . Μὴ μή δή δή με πολυχρονίῳ πολυχρόνιος δῶτε δίδωμι νοσήματι νόσημα , , ἐπιτέμετέ μοι ἴ’ τὴν συμφοράν συμφορά . . πάντες πᾶς μὲν μέν στυγεροὶ στυγερός θάνατοι , , οἴκτιστον οἴκτιστος δὲ δέ τὸ λιμώττοντα ἀποθανεῖν ἀποθνῄσκω ἀποθνήσκω . . πῶς πῶς πως | δ’ δ’ ἂν ἐάν ἐκφύγοι ἐκφεύγω τις τις τὸν οἴκτιστον οἴκτιστος τίη τοῦ κω - - νείου τοσοῦτον τοσοῦτος ἐκπιὼν ἐκπίνω <ὡς> μηκέτι μηκέτι δεῖσθαί δέω δέω2 παρασκευῆς παρασκευή ; ;